διόραμα

διόραμα
το είδος θεάματος κατά το οποίο όσα παρουσιάζονται πάνω σ' ένα πίνακα χωρίς φανερό πλαίσιο δίνουν την ψευδαίσθηση τού πραγματικού με τη βοήθεια κατάλληλου φωτισμού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < διορώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1841 στον Κωνσταντίνο Μαυρογιάννη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Μουσείο, Ζωολογικό Πανεπιστημίου Αθηνών — Στεγάζεται από το 1988 σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο 1.600 τ.μ. του πρώτου ορόφου του κτιρίου των Θετικών Επιστημών, στην Πανεπιστημιούπολη Zωγράφου. Η πλούσια συλλογή του περιλαμβάνει είδη ζώων από όλες τις κατηγορίες και θεωρείται μία από τις… …   Dictionary of Greek

  • πανόραμα — Μεγάλη εικόνα τοποθετημένη κυκλικά, σ’ όλη την έκταση μιας οικοδομής κατασκευασμένης για τον σκοπό αυτό, ώστε ο θεατής, που βρίσκεται στο κέντρο, να έχει την εντύπωση ότι βρίσκεται μπροστά στην πραγματικότητα. Ο όρος χρησιμοποιείται και για ένα… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Ροδόπης — Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Ροδόπης που λειτουργεί από το 2001 στο χωριό Παρανέστι της Δράμας, μία από τις κύριες εισόδους στον ορεινό όγκο της Ροδόπης, δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος Περιβάλλον του Υπουργείου… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Οίτης (Υπάτης) — Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Εθνικού Δρυμού της Οίτης ιδρύθηκε το 1987 και στεγάζεται σε δύο κτίρια του οικιστικού συγκροτήματος της Μονής Αγάθωνος. Η μονή, που είχε χτιστεί γύρω στο 1400 από το μοναχό Αγάθωνα, χρησιμοποιήθηκε ως ορμητήριο των …   Dictionary of Greek

  • Νταγκέρ, Λουί Ζακ Μοντέ — (Louis Jacques Mande Daguerre, Κορμέιγ 1789 – Μπρι σιρ Μαρν 1851). Γάλλος ζωγράφος και φυσικός, ένας από τους εφευρέτες της φωτογραφίας. Στην αρχή ασχολήθηκε με τη διακοσμητική, το θέατρο, τη σκηνογραφία και εφηύρε το διόραμα, μοναδικό είδος… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”